Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

ΑΡΘΡΟ: Ανασύνθεση του σοσιαλδημοκρατικού χώρου: Ούτε κόσμος υπάρχει ούτε πολιτική

Του
Θόδωρου Παρασκευόπουλου

Η καταστροφή του κράτους πρόνοιας και της προστασίας της εργασίας που έχει επέλθει υπό την ηγεσία των σοσιαλδημοκρατών, δεν αφήνει μεγάλο περιθώριο οι τελευταίοι να ανακτήσουν τους δεσμούς τους με τις λαϊκές τάξεις και ιδίως με τους μισθωτούς. Έτσι οι διαφαινόμενες εκλογικές επιτυχίες σε Γαλλία και Γερμανία θα είναι πρόσκαιρες, και η επίδρασή τους στα ελληνικά πράγματα, αν υπάρξει, δεν...θα έχει ορίζοντα

Εκτός από το «Πότε θα γίνουν εκλογές;», την πολιτική στοιχειώνει και το ερώτημα «Ποια κόμματα θα συμμετάσχουν;» Και ο λόγος είναι ότι η πολιτική κρίση, που κορυφώθηκε με την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου, λύθηκε μεν όπως-όπως με την τρικομματική κυβέρνηση, αλλά η λύση ήταν εκ των ενόντων.

Η προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ να τρενάρει όσο μπορεί τη θητεία της κυβέρνησης Παπαδήμου έχει ασφαλώς σχέση με τη βεβαιότητα ότι για αρκετά μεγάλο διάστημα δεν μπορεί να συμμετάσχει σε εκλογές· τα περισσότερα επιφανέστερα στελέχη του δεν μπορούν συχνά να εμφανιστούν σε δημόσιους χώρους. Η κατάσταση είναι ελάχιστα ευνοϊκότερη για τη Νέα Δημοκρατία και έτσι μπορεί κανείς με βεβαιότητα να πει ότι η επιμονή, μέχρι την περασμένη εβδομάδα, του Αντώνη Σαμαρά για τις 19 Φεβρουαρίου ήταν ή προσχηματική ή επιπόλαιη. Αυτές οι συνθήκες είναι επικίνδυνες για ολόκληρο το αστικό κομματικό σύστημα γιατί, ανεξάρτητα από τα δημοσκοπικά προβλεπόμενα αποτελέσματα, η αναταραχή και οι εκδηλώσεις οργής μπορεί να παραγάγουν δική τους δυναμική απαξίωσης, ιδίως των δύο μεγαλύτερων, αλλά και του ακροδεξιού εταίρου τους.

Εξ ου και οι ελπίδες (ή φόβοι) που διατυπώθηκαν ότι υπάρχει πιθανότητα να δημιουργηθεί «κόμμα Παπαδήμου», μιας και ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης εμφάνισε υψηλά ποσοστά δημοτικότητας και θα μπορούσε να αποτελέσει μια κάποια λύση. Για τον ίδιο λόγο υπήρξαν και οι ενστάσεις κατά του πολυπληθούς κυβερνητικού σχήματος, το οποίο διατηρεί το ΠΑΣΟΚ κυρίως, αλλά και ολόκληρο το αστικό κομματικό σύστημα στο παιχνίδι.

Ανασύνταξη για να συνεχίσει να υπάρχειΌ,τι και να γίνει, όμως, είναι πια εμφανές ότι, κυρίως ο λεγόμενος «σοσιαλιστικός χώρος», χρειάζεται ανασύνταξη, αν είναι να συνεχίσει να υπάρχει. Η ελπίδα ότι αρκεί η παραίτηση του Γιώργου Παπανδρέου από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και η εκλογή νέου ή νέας προέδρου είναι μάταιη, γιατί όλη η παλιά ηγετική ομάδα είναι αναξιόπιστη συνολικά και το καθένα πρόσωπο. Αλλά και όποιος διάλογος του ατυχούς τέως πρωθυπουργού θα ηγηθεί ενός αναξιόπιστου πια οργανισμού.

Αυτές οι συνθήκες προκάλεσαν τη διαδοχική φυγή πολιτικών του ΠΑΣΟΚ, όπως π.χ. του Γιώργου Φλωρίδη ή της Μιλένας Αποστολάκη, που δεν διαφωνούσαν με την ακολουθούμενη πολιτική, αλλά με τους χειρισμούς και θέλησαν εγκαίρως να απομακρυνθούν ώστε να μη χρεωθούν τις αδέξιες και σπασμωδικές κινήσεις του Γιώργου Παπανδρέου αρχικά και του Ευάγγελου Βενιζέλου στη συνέχεια. Μπορεί η κίνηση, ας πούμε του Γιώργου Φλωρίδη να μην έχει προς το παρόν προσελκύσει το ενδιαφέρον σοβαρών προσωπικοτήτων (ορισμένοι μάλιστα από τους συνυπογράφοντες είναι οι συνήθεις «επαγγελματικά επιτυχημένοι» που θέλουν να σώσουν την πατρίδα), όμως στις διεργασίες για την ανάταξη ή ανασύνθεση του αστικού κομματικού συστήματος μπορεί να παρουσιαστούν ευκαιρίες.

Ελκυστική η προσκόλληση στο άρμα ΠαπαδήμουΠρος την ίδια κατεύθυνση εικάζουν πολλοί ότι κινείται μια μερίδα ανθρώπων, που έφυγαν από τον ΣΥΝ στο τελευταίο του συνέδριο μετά την άρνηση της πλειοψηφίας να εγκαταλείψει το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ. Οι διαφορές στο εσωτερικό της ΔΗΜΑΡ για σοβαρά ζητήματα, όπως η στάση (καταψήφιση ή ανοχή) απέναντι στην κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ ή οι αστείοι τσακωμοί σε ξένον αχυρώνα, όπως αν πρέπει να στείλει επιστολή στις Βρυξέλλες ο Σαμαράς, είναι ενδείξεις ότι οι εικασίες αυτές είναι βάσιμες. Άλλωστε ταιριάζουν με τον δογματισμό και την απλουστευτική σκέψη που χαρακτηρίζει ορισμένους από τους διανοούμενους της ΔΗΜΑΡ και με τον καιροσκοπισμό και την απολυτοποίηση των χειρισμών που επιδεικνύουν άλλα πολιτικά και οργανωτικά στελέχη της. Αυτά τα χαρακτηριστικά κάνουν ελκυστική την προσκόλληση στο άρμα Παπαδήμου. Όταν, μετά την επιστολή Σαμαρά προς τους δανειστές, αναθερμάνθηκε η συζήτηση για τη θητεία της κυβέρνησης, η ΔΗΜΑΡ με ανακοίνωσή της ανέτρεψε την παλιότερη θέση για άμεση προσφυγή στις κάλπες θεωρώντας ότι η ημερομηνία των εκλογών είναι δευτερεύον ζήτημα, ενώ πρωτεύει η «παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη». Με αυτά τα λόγια περιγράφεται, όμως, συνήθως η πολιτική της τρικομματικής κυβέρνησης Παπαδήμου, και επομένως η ανακοίνωση αποτελεί τη ρεβάνς των πιο φιλομνημονιακών ομάδων της ΔΗΜΑΡ, και φυσικά εκθέτει τον πρόεδρό της. Τον Φώτη Κουβέλη, όμως, φαίνεται ότι αυτές οι ομάδες δεν τον περιλαμβάνουν πια στους σχεδιασμούς τους.

Η επιδίωξη για ανασύνταξη του σοσιαλδημοκρατικού χώρου φαίνεται και από το ενδιαφέρον του Νίκου Μπίστη και του περιοδικού της «εκσυγχρονιστικής» πτέρυγας «Μεταρρύθμιση» και, πολύ περισσότερο από την εμφάνιση του Νίκου Χριστοδουλάκη, ο οποίος, όπως έχουν να μαρτυρήσουν πολιτικοί παρατηρητές, κάθε άλλο παρά αμέτοχος ήταν στην προσπάθεια να διασπαστεί ο Συνασπισμός και να σχηματιστεί η ΔΗΜΑΡ.

Χωρίς ιδεολογική και πολιτική ύληΗ επιδίωξη αυτή της ανασύνταξης έξω από το ΠΑΣΟΚ δεν αποκλείει, κάθε άλλο, την αξιοποίηση των διεργασιών, διαγκωνισμών και συγκρούσεων στο εσωτερικό του. Ούτε μειώνει τις πιθανότητες επαφής και συνεργασίας π.χ. με την «ομάδα των τριών» Ραγκούση-Διαμαντοπούλου-Λοβέρδου και όσων προστρέξουν, όπως έκανε ήδη ο Ηλίας Μόσιαλος, αν και το πιθανότερο είναι αυτή η συσπείρωση να διασπαστεί στη διαδικασία ανάδειξης του νέου προέδρου, αν δεν έχει διασπαστεί ήδη. Η διάσπαση όμως δεν αποκλείει συγκλίσεις και συμπόρευση είτε με τους κερδισμένους είτε με τους χαμένους και δυσαρεστημένους από την εσωκομματική διαδικασία στο ΠΑΣΟΚ.

Το πρόβλημα είναι βέβαια η έλλειψη κόσμου, προπάντων όμως η έλλειψη σοσιαλδημοκρατίας και όχι μόνο στην Ελλάδα. Η σημαντική πιθανότητα να κερδίσουν οι Γάλλοι σοσιαλιστές τις επόμενες προεδρικές εκλογές και ο Ολάντ να πάρει τη θέση του Σαρκοζί, στη Γερμανία, η κυβέρνηση Μέρκελ-Ρέσλερ των Χριστιανοδημοκρατών και των Φιλελευθέρων να αντικατασταθεί από μια κυβέρνηση Στάινμπρουκ-Έτσντεμιρ των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων, και, ίσως, στην Ιταλία να ανακάμψει το Δημοκρατικό Κόμμα, ενθαρρύνει οπωσδήποτε προσπάθειες ανασύνθεσης του σοσιαλδημοκρατικού χώρου στην Ελλάδα. Μόνο που τόσο οι Γάλλοι όσο και οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες πάσχουν από πολιτική αφωνία. Εξάλλου, σε όλο το προηγούμενο διάστημα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης, τόσο τα κυβερνώντα όσο και τα αντιπολιτευόμενα, δεν επέδειξαν καμιά αλληλεγγύη μεταξύ τους ή με τους χειμαζόμενους λαούς των πιο αδύναμων χωρών. Αντιθέτως συμμετείχαν στον εθνικοκρατικό εγωισμό που επέδειξαν οι δεξιές κυβερνήσεις. Κι έτσι ο Ολάντ ή ο Στάινμπρουκ δεν θα είναι λιγότερο προσηλωμένοι στη γαλλογερμανική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού από το σημερινό δίδυμο Μέρκελ και Σαρκοζί.

Επιπλέον, η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία δεν έχει πια ούτε ιδεολογική ούτε πολιτική ύλη. Η καταστροφή του κράτους πρόνοιας και της προστασίας της εργασίας που έχει επέλθει και υπό τη δική της ηγεσία, δεν αφήνει μεγάλο περιθώριο να ανακτήσουν οι ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες τους δεσμούς τους με τις λαϊκές τάξεις και ιδίως με τους μισθωτούς. Κι έτσι οι διαφαινόμενες εκλογικές επιτυχίες σε Γαλλία και Γερμανία θα είναι πρόσκαιρες, και η επίδρασή τους στα ελληνικά πράγματα, αν υπάρξει, δεν θα έχει ορίζοντα.

Πηγή: Εποχή

Δεν υπάρχουν σχόλια: