Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

ΑΡΘΡΟ: Ανερμάτιστοι, αντικοινωνικοί, αναλώσιμοι

Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου

Οι αλλεπάλληλες ανατροπές (κοινώς: κωλοτούμπες) της τελευταίας εβδομάδας δημιουργούν ένα αίσθημα απορίας και καθήλωσης ακόμα και στους πιο «μυημένους». Δεν είναι ακριβώς παράλογο: μία κυβέρνηση «Παρασκευή χαρά - Δευτέρα λύπη», ένας πρωθυπουργός που προτίθεται να δώσει λόγο στο λαό αλλά....
εξορκίζει κάθε διαμαρτυρία ως αιτία αποκλεισμού της χώρας από την ευρωζώνη (!), ένα ΠΑΣΟΚ σε αποσύνθεση αλλά ακόμα ζωντανό και μια αξιωματική αντιπολίτευση που δηλώνει άγνοια για το τρίτο κατά σειρά Μνημόνιο -την περίφημη δανειακή σύμβαση-, δεσμεύεται ωστόσο «αυτονοήτως» να το υπερψηφίσει, προφανώς και δεν συνθέτουν ένα «ευανάγνωστο» σκηνικό. Αν δε στα παραπάνω προστεθούν οι πιρουέτες των διεθνών «παικτών» (ο πρόεδρος της ΕΚΤ να διαβεβαιώνει ότι «η ευρωσυνθήκη δεν προβλέπει αποχώρηση κράτους-μέλους από την ΟΝΕ», την ώρα που ο γάλλος υπουργός Εσωτερικών απειλεί πως «τo ευρώ μπορεί να ζήσει και χωρίς την Ελλάδα»...), η σύγχυση, σ’ ένα καταιγισμό πληροφοριών, μοιάζει το δίχως άλλο αναπόφευκτη.


Έχω τη γνώμη ότι η σύγχυση αυτή έχει να κάνει με μια βεβαιότητα που στις μέρες μας καταρρέει. Πρόκειται για την πεποίθηση ότι η Εξουσία –είτε οικονομική, είτε πολιτική, είτε κι οι δύο– συγκροτείται γύρω από έναν Ιθύνοντα Νου, μία Συντονιστική Αρχή, ένα Γενικό Επιτελείο. Ακόμα κι όταν μιλάμε, προσωποποιώντας τες, για τις «αγορές», συχνά προϋποθέτουμε ότι κι αυτές πολιτεύονται ως ένας άνθρωπος – ή τουλάχιστον βάσει ενός σχεδίου λεπτομερέστατου και πλήρως ορθολογικού, που μεριμνά για το κοινό καλό και την αποφυγή των «κοινών ερειπίων».

Δεν είμαι οπαδός της «δομικής απροσδιοριστίας», της «αβεβαιότητας της παγκοσμιοποίησης» ή του καταξιωμένου «anything goes». Προσπαθώ να πω ότι στην πραγματικότητα της κρίσης, αυτό που βλέπουμε για πολλοστή φορά να θριαμβεύει είναι το «καθένας για τον εαυτό του και όλοι εναντίον όλων»· με διαφορετική διατύπωση: τη γενική επικράτηση του εκβιασμού ως κοινώς αποδεκτού modus operandi, με στόχο την πιο βραχύβια επίτευξη των πλέον μερικών (καπιταλιστικών) συμφερόντων. Πώς; Διά της επιβολής λύσεων που αποδειγμένα επιδεινώνουν το πρόβλημα που φιλοδοξούν να επιλύσουν, σε ένα σκηνικό που τελικά επιβιώνει ο λιγότερο αδύναμος.

Αλλά πώς σχετίζονται τα παραπάνω με το πολιτικό αλαλούμ των τελευταίων ημερών;

Τις μέρες αυτές ξεχώρισαν ούτε λίγο ούτε πολύ τέσσερις προτάσεις διαχείρισης της μνημονιακής εξουσίας:

- Η πρώτη είναι αυτή της σιδηράς «πυγμής»: «αυτοί που διαμαρτύρονται για την οικονομική πολιτική είναι θλιβερές μειοψηφίες, διαβολικές συντεχνίες και ακραίοι λαϊκιστές – το ζήτημα, λοιπόν, είναι τα μέτρα να εφαρμοστούν με κάθε κόστος και όσο πιο σύντομα γίνεται». Πρόκειται για βολονταρισμό που έχει ηττηθεί συντριπτικά, χάρη βεβαίως στις τεράστιες και επαναλαμβανόμενες διαδηλώσεις όλων αυτών των μηνών, την αντοχή και την αλληλεγγύη των κινημάτων απέναντι στη βία και το οργανωμένο μιντιακό ψεύδος, κι επίσης χάρη στην «άλλη» 28η Οκτωβρίου, τη μέρα του ΟΧΙ στον «δημοκρατικό αγγελισμό» – την άποψη ότι το πεδίο της δημοκρατίας είναι αυτό της (θεσμοποιημένης) εθνικής συναίνεσης, κι όχι αυτό της σύγκρουσης. Ποιο πειστικότερο τεκμήριο της συντριβής, από την Καθημερινή ν’ ανακαλύπτει τη «λαϊκή οργή», σ’ ένα φύλλο που έγινε κιόλας συλλεκτικό.

- Η δεύτερη είναι αυτή της άμεσης προσφυγής στις κάλπες, με στόχο την «καθαρή εντολή» στο Σαμαρά. Τις μέρες αυτές, ωστόσο, ο wannabe πρωθυπουργός αναγκάστηκε σε απότομη προσγείωση, καθώς οι Μέρκελ και Σαρκοζί του υπενθύμισαν ότι τα ήξεις-αφήξεις (και με τη λαϊκή διαμαρτυρία και με τη δανειακή σύμβαση) δεν ταιριάζουν σε κάποιον που επιδιώκει στα σοβαρά να γίνει αρχηγός κράτους. Επιλέγοντας από την άλλη τον «σωστό» προσανατολισμό, ο Σαμαράς χάνει τη δυνατότητα να φλερτάρει με την αντιμνημονιακή κοινωνική κίνηση, γεγονός που όχι μόνο περιστέλλει από νωρίς τα όρια της κυβέρνησης που θα σχηματίσει, αλλά και θέτει σε κίνδυνο τις (ευάλωτες, έτσι κι αλλιώς) σχέσεις με στρώματα που παραδοσιακά επέλεγαν τη ΝΔ.

- Η τρίτη είναι αυτή της κυβέρνησης «εθνικής σωτηρίας», που υποστηρίζουν «εκσυγχρονιστές» του ΠΑΣΟΚ, η Δημοκρατική Συμμαχία και ο ΛΑ.Ο.Σ. Το θέμα εδώ είναι να απομακρυνθεί ο Παπανδρέου και μια ανανεωμένη κυβέρνηση (χωρίς νομιμοποίηση, αλλά ας μην είμαστε σχολαστικοί…) να αναλάβει την επιβολή του τρίτου Μνημονίου, εκκαθαρίζοντας για τα επόμενα χρόνια το πολιτικό πεδίο από περιττούς πονοκεφάλους για τα μεγάλα διακυβεύματα.

- Η τέταρτη είναι αυτή της ΓΑΠικής συμμετοχικής δημοκρατίας: εκτόνωση της κοινωνικής διαμαρτυρίας μέσω δημοψηφίσματος, με τρόπο ώστε να μεταφέρεται η πίεση α) στην εσωκομματική αντιπολίτευση («ή όλοι ενωμένοι ή πέφτουμε μαζί»), β) στις άλλες μνημονιακές δυνάμεις («πάμε όπως στα Πανεπιστήμια») και βεβαίως γ) στην κοινωνία («ποιος θα ρισκάρει, αλήθεια, να βγούμε απ’ το ευρώ;»). Περιττό να πούμε ότι τις τελευταίες ώρες γελοιοποιήθηκε και αυτή η γραμμή, χάρη και στην αστάθμητη σύμπραξη Καϊλή-Μέρκελ.

Με βάση τα προαναφερθέντα, είναι εμφανές πως κοινός παρονομαστής όλων αυτών των σεναρίων είναι η επιδίωξη της μέγιστης αποτελεσματικότητας της (πολιτικής) μορφής να επιβάλει το ίδιο περιεχόμενο - να πειθαρχήσει, δηλαδή, τις κοινωνικές αντιστάσεις και να ολοκληρώσει το καταστροφικό έργο των τριών Μνημονίων. Ισχύει και αντιστρόφως: είναι η απειθαρχία της κοινωνίας αυτή που πολλαπλασιάζει τα σενάρια εφαρμογής της ίδιας αντικοινωνικής πολιτικής, φτάνοντάς τα ταυτόχρονα στα όριά τους πριν κάποιο από αυτά (προλάβει να) προβάλει ως επικρατέστερο. Όσο «αποτελεσματικότερη» φαίνεται μια «εθνοσωτήριος» λύση, με άλλα λόγια, τόσο βαθύτερα εδραιώνει αυτή το ρήγμα ανάμεσα στο πολιτικό προσωπικό που την εισηγείται, και την κοινωνία, στο όνομα της οποίας επιχειρείται να επιβληθεί.

Αν υπάρχει ένα «ηθικό δίδαγμα» για την για την αριστερά, είναι νομίζω το εξής: τα πολλαπλά αδιέξοδα των κυρίαρχων σηματοδοτούν μια περίοδο στην οποία οι -εκβιάζοντες αλλήλους- μνημονιακοί θα συμφωνούν σε ένα μόνο, αυτό που μόλις χτες διακήρυξε ο υποτιθέμενος πρωθυπουργός: «κάθε κατάληψη και κάθε ‘Δεν Πληρώνω είναι αιτία αποκλεισμού από την ευρωζώνη», άρα θα καταστέλλεται αγρίως, αφ’ ης στιγμής το μείζον είναι η παραμονή στο ευρώ. Αυτή ακριβώς η συνθήκη είναι που προσδιορίζει «καθήκοντα» και καθιστά επιτακτική τη συνεχή παρουσία του λαϊκού παράγοντα στους δρόμους. Εδώ θα δώσουν εξετάσεις όλες οι εκδοχές της αριστεράς: στην (από κοινού) ανάδειξη του αντιπάλου ως ανερμάτιστου, αναποτελεσματικού ως προς τις ίδιες του τις προθέσεις, αντικοινωνικού και (σήμερα πια δεν μπορεί να κρυφτεί) αναλώσιμου. Ας συνεχίσουμε, λοιπόν, να κάνουμε αυτό που ξέρουμε καλύτερα - να εντείνουμε τα αδιέξοδά τους, βοηθώντας από σήμερα τους ιταλούς εργαζόμενους να κάνουν κι αυτοί το ίδιο.


* Το μοντάζ είναι του Αntistachef


rednotebook

Δεν υπάρχουν σχόλια: